Και που πάμε, λοιπόν;
Μετά από αυτό το σφοδρό δυστύχημα της πανδημίας του Covid-19, το «χειρουργείο» μου φαίνεται μονόδρομος για τις περισσότερες οικονομίες του πλανήτη και, σίγουρα, και για την δικιά μας.
Έχουμε τα μέσα, όμως, για να πάει καλά αυτό το δύσκολο χειρουργείο και να σώσουμε την κατάσταση;
Ευτυχώς, μου φαίνεται πως ναι. Όλα δείχνουν πως έχουμε στα χέρια μας ένα μεγάλο όπλο το οποίο –υπό συνθήκες, φυσικά– μπορεί να είναι επαρκές για να αντιπαλέψουμε τις σκοτεινές προοπτικές για την οικονομία και την κοινωνία μας ευρύτερα. Οι πόροι που περιμένουμε να έρθουν στην Ελλάδα από το ευρωπαϊκό μέσο ανάκαμψης Next Generation EU (NGEU) και που δίνει την βάση στο «Μηχανισμό Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας» της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι, όντως, εντυπωσιακοί σε μέγεθος και σε χρονισμό. Όπως αποφασίσθηκε ήδη από τα αρμόδια όργανα της ΕΕ θα διατεθεί το ποσό των 672,5 δισ. ευρώ σε επιχορηγήσεις και δάνεια για τη χρηματοδότηση εθνικών μέτρων προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες της πανδημίας σε όλα τα κράτη μέλη. Ο μηχανισμός αυτός θα μπορεί επίσης να χρηματοδοτήσει σχετικά έργα που άρχισαν ήδη από την 1η Φεβρουαρίου 2020 και μετά και η χρηματοδότηση που θα παρέχει θα είναι διαθέσιμη για τρία έτη. Οι κυβερνήσεις της ΕΕ μπορούν να ζητούν, μάλιστα, προχρηματοδότηση έως και 13% για τα επιμέρους εθνικά σχέδια ανάκαμψης και ανθεκτικότητας. Συγκεκριμένα, η Ελλάδα κατάφερε να εξασφαλίσει συνολικά ένα πακέτο που ξεπερνά τα 70 δισ. ευρώ, σε ένα μίγμα εξασφαλισμένων χαμηλότοκων δανείων και επιχορηγήσεων σε ορίζοντα πενταετίας και το οποίο είναι μοναδικό στην οικονομική ιστορία της χώρας μας. Και, φυσικά, αυτό είναι μοναδικό όχι μόνο λόγω του τεράστιου ποσού που το συνθέτει, αλλά και λόγω της γενικότερης ευνοϊκής συγκυρίας σε ό,τι αφορά στη ρευστότητα από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, τον σχετικά χαμηλό πληθωρισμό και τα χαμηλά επιτόκια που δείχνουν πως θα διαρκέσουν τουλάχιστον μέχρι το 2023…
Φυσικά, αυτοί οι πόροι δεν πρέπει και δεν θα πάνε δεξιά και αριστερά, ούτε για την Ελλάδα, ούτε για κάποια άλλη χώρα μέλος της ΕΕ. Τα επιμέρους εθνικά σχέδια ανάκαμψης και ανθεκτικότητας πρέπει να επικεντρώνονται σε σημαντικούς για την ΕΕ τομείς πολιτικής όπως είναι η πράσινη μετάβαση, η ενίσχυση της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής της, η ενδυνάμωση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων της, η καλύτερη προετοιμασία της για την αντιμετώπιση κρίσεων και η διαρκής ενίσχυση των μηχανισμών της εκπαίδευσης και της ανάπτυξης δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού της. Έτσι και για την Ελλάδα, θα πρέπει να οδηγηθούν σε συγκεκριμένες εστίες επένδυσης που θα περιλαμβάνουν σχέδια σε έργα σχετικά με τον γρήγορο ψηφιακό μετασχηματισμό, τις ανανεώσιμες πηγές και την εξοικονόμηση ενέργειας, τη διαχείριση και αξιοποίηση των απορριμμάτων και το «τρίγωνο της γνώσης», δηλαδή την καινοτομία, την εκπαίδευση και την επιστημονική έρευνα.
Θα αρπάξουμε όμως έμπρακτα και αποτελεσματικά αυτήν την ευκαιρία;
Εδώ είναι το θέμα.
Στην οπτική μου, η σημερινή κυβέρνηση έχει στα χέρια της μια τεράστια πρόκληση για το άμεσο μέλλον. Να αλλάξει βαθιά την ελληνική οικονομία ή να την αφήσει να κατρακυλήσει σε μια τροχιά μόνιμης και μη-αναστρέψιμης υπανάπτυξης. Στα μάτια μου εδώ κρύβεται μάλλον και η τελευταία ευκαιρία για την Ελλάδα στην προσπάθεια της να αποκτήσει ένα παραγωγικό σύστημα που θα συγκλίνει με την πραγματικότητα των υπολοίπων χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και να χτίσει την αναγκαία βάση για μια κοινωνία ευημερούσα και περισσότερο αξιοκρατική.
Και σε αυτό το χειρουργείο, ο «γιατρός» δεν πρέπει να δείξει ούτε διστακτικότητα, ούτε ολιγωρία.
Και ο «ασθενής» ας διατηρήσει την ψυχραιμία και την ευθυκρισία του.
Και όλα θα πάνε καλά.