Ήρεμος κρατιόταν σταθερός στεκόταν απέναντι στη φύση Ο κόκκινος ανθός Κοίταζε τον ήλιο έτρωγε απ’ το χώμα κι ένιωθε γεμάτος Ο κόκκινος ανθός Μέλισσες πετούσαν γύρω του, ρουφούσαν την πεμπτουσία του Ο κόκκινος ανθός Κι όταν από τ’ περιβάλλον απειλή αισθανόταν γύρναγε απ’ την άλλη Ο κόκκινος ανθός Αμυντική εσωστρέφια έβγαζε αγκάθια Ήθελε γαλήνη μα όλοι τον φοβόταν Ο κόκκινος ανθός Ήρθε ο χειμώνας, έκλεψε τον ήλιο, πάγωσε το χώμα Κι έχασε τον κόσμο του Ο κόκκινος ανθός Ασφυκτικά επιβίωνε πνίγονταν στη μπόρα έζησε για λίγο Ο κόκκινος ανθός