To 426 πχ, τον 5ο χρόνο του Μεγάλου Πολέμου, στην Μυτιλήνη, οι Ολιγαρχικοί παίρνουν την εξουσία και έρχονται σε μυστική συμφωνία με τους Σπαρτιάτες. Έτσι αποστατούν από την Αθηναϊκή Συμμαχία και κηρύσσουν την ανεξαρτησία τους. Οι Αθηναίοι μαθαίνοντας την αποστασία , αποφασίζουν να δράσουν ακαριαία:

Διατάζουν τον στρατηγό Πάχη που βρίσκεται στην περιοχή να καταπλεύσει στο νησί. Η Μυτιλήνη πρέπει να τιμωρηθεί παραδειγματικά, για να μην αποτελέσει κακό προηγούμενο για τις υπόλοιπες Πόλεις της Συμμαχίας. Η Σπάρτη υπόσχεται βοήθεια, αλλά ο στόλος καθυστερεί στα παράλια της Πελοποννήσου.

Οι ολιγαρχικοί στην Μυτιλήνη, που έχουν την εξουσία , αποφασίζουν να χτίσουν ένα τείχος και η Πόλη πολιορκείται. Οι ταραχές που ξεσπούν ανάμεσα στις δύο μερίδες του λαού, τους Ολιγαρχικούς και τους Δημοκρατικούς (που προσπαθούν να πάρουν τον έλεγχο της Πόλης για να γυρίσουν στην Αθηναϊκή Συμμαχία) χαριζουν στον Πάχη εύκολη νίκη: Στην συνθηκολόγηση αναφέρεται ρητά ότι κανένας πολίτης δεν θα πειραχτεί , αν δεν αποφασίσει ο Δήμος της Αθήνας.

Οι Μυτιληνιοί στέλνουν πρέσβεις στην Αθήνα, να διαπραγματευτούν την παράδοση της πόλης τους και την εκ νέου επιστροφή στην Συμμαχία.

Στην Αθήνα, η Εκκλησία του Δήμου συγκαλείται να αποφασίσει τι μάθημα πρέπει να δώσει στην Μυτιλήνη – και δυστυχώς, το 426 πΧ. δεν υπάρχει πια Περικλής: Η απόφαση βγαίνει με μεγάλη πλειοψηφία : Όλοι οι κάτοικοι της Μυτιλήνης, από την Εφηβεία και πάνω θα θανατώνονταν , όλες οι γυναίκες και τα παιδιά θα πουλιόνταν σκλάβοι. Η Μυτιλήνη έπρεπε να πάρει ένα σκληρό μάθημα, για να μην επαναληφθεί η αποστασία της.

Η απόφαση καθαρογράφεται και στέλνεται στον Πάχη , με μία από τις δύο κρατικές Τριήρεις.

Το ίδιο βράδυ , κάποιοι γενναίοι και έντιμοι Αθηναίοι Πολίτες , η μειοψηφία της Εκκλησίας του Δήμου, έντρομοι για την απόφαση του εξανδραποδισμού, θα προσπαθήσουν να την ανατρέψουν: Τα πράγματα δεν είναι εύκολα. Κάθε Πολίτης μπορεί να υποβάλει θέμα προς συζήτηση στην Βουλή , κάθε Πολίτης μπορεί να ζητήσει την ανάκληση μιας απόφασης, αν όμως η πλειοψηφία της Εκκλησίας απέρριπτε την πρόταση , τότε ο εισηγητής καταδικαζόταν στην χειρότερη από τις ποινές: την Εξορία.

Βέβαια, αν τα επιχειρήματα ήταν πειστικά και έπειθαν την πλειοψηφία, τότε θα αποτρεπόταν μια γενοκτονία. Και οι Έντιμοι Αθηναίοι Πολίτες, που δεν μπορούσαν να κοιμηθούν το βράδυ με μία τέτοια απόφαση , αποφάσισαν να το ρισκάρουν: Μέσα στην νύχτα, έστειλαν τους δούλους τους στα σπίτια των πιο ευαισθητοποιημένων από τους Αθηναίους, για να τους ζητήσουν να έρθουν την επομένη στην Εκκλησία. Την ευθύνη θα έπαιρνε ο Διόδοτος, ο γιος του Ευκράτη.

Όταν βγήκε ο Ήλιος , οι Αθηναίοι πολίτες άρχισαν να μαζεύονται σιγά σιγά . Πρώτος Μίλησε ο Κλέων που επανέλαβε τα επιχειρήματα της προηγούμενης μέρας: Η Μυτιλήνη έπρεπε να τιμωρηθεί παραδειγματικά. Τέτοια φαινόμενα έπρεπε να μην επαναληφθούν και μόνο η αυστηρή τιμωρία μπορούσε να τα αποτρέψει. Κολάκεψε τους Αθηναίους Πολίτες που πήραν τέτοια δυναμική απόφαση, και κατηγόρησε αυτούς που εισηγούνταν την ανάκληση της απόφασης για υπερευαισθησία . Τους χαρακτήρισε πουλημένους και τόνισε ότι είναι καλύτερη μία λάθος απόφαση , παρά μία εσπευσμένη αλλαγή της που αν μη τι άλλο, θα έδειχνε αδυναμία:

‘Μια πόλη είναι ισχυρότερη όταν κυβερνιέται με νόμους απαραβίαστους, ακόμα και αν δεν είναι δίκαιοι και καλοί, παρά με νόμους καλούς που όμως δεν εφαρμόζονται… και ούτε μπορούν να συγχωρεθούν ότι και καλά σφάλαν ως άνθρωποι οι Μυτιληνιοί, γιατί δεν σας έβλαψαν ακούσια, αλλά προμελετημένα και εσκεμένα… σε κάθε περίπτωση , οφείλετε να τους τιμωρήσετε όχι μόνο όπως του αξίζει, αλλά καθιστώντας τους και φανερό παράδειγμα για τους άλλους συμμάχους….’ θα τονίσει στον λόγο του.

Ακολούθησε ο Διόδοτος. Μίλησε για την Θανατική Ποινή , σε μία Εποχή που ήταν συνηθισμένη ποινή… με λόγια δημοκρατικότερα και ανθρωπινότερα από αυτά που χρησιμοποιήθηκαν αιώνες μετά για την κατάργησή της :

«Η θανατική ποινή , είπε, δεν αποτρέπει το έγκλημα. Αυτός που σκέφτεται να εγκληματίσει, είτε άνθρωπος είναι , είτε καθεστώς, όταν πράττει το έγκλημά του δεν υπολογίζει την τιμωρία που θα του επιβληθεί. Όταν σχεδιάζεις ένα έγκλημα το πράττεις ελπίζοντας ότι δεν θα λογοδοτήσεις γι αυτό. Παίρνεις όλα τα μέτρα για να μην συλληφθείς. Αν τελικά συλληφθείς, μετά είναι αργά να λειτουργήσει αποτρεπτικά η θανατική ποινή. Το έχεις ήδη πράξει το έγκλημα, άρα οποιαδήποτε επιβολή της θα είναι απλή εκδίκηση….»

Αλλά εδώ, συνέχισε, δεν δικάζεται η βαρύτητα ενός εγκλήματος, αλλά κληθήκαμε να λάβουμε μία πολιτική απόφαση- άρα το μόνο που θα εξετάσουμε είναι το συμφέρον της Πόλης. Και συμφέρον της Πόλης είναι να δείξει ανοχή και επιείκεια. Αυτός που κρίνει ορθά είναι ισχυρότερος έναντι των εχθρών του, από εκείνον που θα τους επιτεθεί χωρίς κρίση και φρόνηση. Ο Διομήδης συνέχισε με λογικά,πολιτικά επιχειρήματα. Ο λόγος του σώζεται ως τις ημέρες μας (όπως και αυτός του Κλέονα) από τον Θουκυδίδη.

Η συζήτηση συνεχίστηκε με την ομιλία των πρέσβεων της Μυτιλήνης που ζήτησαν συγχώρεση με μεγαλύτερη θέρμη. Ακολούθησε ψηφοφορία με ανάταση της χείρας. Ισοψηφία!

Γίνεται δεύτερη, προσεκτικότερη καταμέτρηση. Η πρόταση του Διόδοτου υπερισχύει οριακά: Η Εκκλησία του Δήμου των Αθηνών έχει καινούργια απόφαση που αντικαθιστά την προηγούμενη. Τώρα όμως υπάρχει σύγχυση και αμηχανία…..

Η τριήρης έχει ήδη ξεκινήσει. Ταξιδεύει 24 ώρες ήδη και σύντομα θα φτάσει στην Μυτιλήνη. Πως θα αναιρεθεί η απόφαση; Πώς θα προλάβει να φτάσει η νέα απόφαση του Δήμου πριν εκτελεστεί η πρώτη;

‘Γρήγορα και οργισμένα αποφασίσατε το θάνατο , γρήγορα και οργισμένα θα τους σώσετε’ λέει ο Διόδοτος στην Εκκλησία. Αμέσως, δίνεται εντολή στη δεύτερη κρατική τριήρη να μεταφέρει τις καινούργιες εντολές. Οι Μυτιληνιοί πρέπει να σωθούν από την σφαγή και η εντολή στο πλήρωμα είναι σαφής: Προλάβετε. Φτάστε εγκαίρως. Γεμίζουν την τριήρη κριθαρένιες κουλούρες ζυμωμένες με κρασί και λάδι, παίρνουν εφεδρικούς κωπηλάτες για να κωπηλατούν νύχτα μέρα ασταμάτητα.

Στην Μυτιλήνη ο Πάχης είναι ανήσυχος και εκνευρισμένος. Κοιτάει το Αιγαίο και αδημονεί, περιμένει τις εντολές , τι να κάνει με όλο αυτόν τον πληθυσμό που έχει συλλάβει. Η πρώτη τριήρης καταπλέει στο λιμάνι. Με όλες τις επισημότητες βγαίνει η αντιπροσωπία των Αθηναίων που κουβαλούν τις αρχικές εντολές. Η μέρα είναι ζεστή και η ατμόσφαιρα διαυγής. Ο Στρατηγός κατέβηκε στο λιμάνι να διαβάσει την πρώτη διαταγή, για την σφαγή και κοιτάει θλιμμένα δύο Μυτιληνιές που κουβαλούν φαγητά και φρούτα στην Αθηναική αποστολή. Μετά το μάτι του πέφτει κατά την Αθήνα, στο βάθος του ορίζοντα.

Και τότε, διακρίνει μακριά, ένα πλοίο να πλησιάζει το νησί. Μπορεί και να λαθεύει , αλλά ο Στρατηγός διαθέτει ένστικτο και μάτι γερακιού , αλάθητη όσφρηση : Το πλοίο που πλησιάζει είναι η δεύτερη κρατική Αθηναική Τριήρης!!! Ο Πάχης δεν κουνιέται από την θέση του. Περιμένει την τριήρη να φτάσει στο λιμάνι. Η Μυτιλήνη σώθηκε.

Και ο ναυτικός άθλος έχει γίνει: Με διαφορά 24 ωρών , δυο κωπήλατα καράβια ξεκινούν από την ίδια αφετηρία για τον ίδιο προορισμό. Το πείραμα επανέλαβαν Άγγλοι Επιστήμονες, χρησιμοποιώντας ολυμπιονίκες αθλητές. Δεν μπόρεσαν καν να πλησιάσουν την επίδοση των αρχαίων κωπηλατών.

Η εξήγηση του ακατόρθωτου τούτου ναυτικού άθλου, για τον Θουκυδίδη , είναι ότι οι πλάτες των πρώτων κωπηλατών βάραιναν από τα νέα της γενοκτονίας. Οι πλάτες των κωπηλατών του δευτέρου καραβιού ήταν ανάλαφρες, οι καρδιές πετάριζαν, και το καράβι γλιστρούσε στο Αιγαίο…

Η εξήγηση η δική μου είναι ότι τίποτα δεν ειναι ακατόρθωτο .
Απλά κάποια πράγματα ειναι φύσει αδύνατα- μα όσα ειναι φύσει δυνατά ειναι και εν δυνάμει κατορθωτά.
Λίγη καλή θέληση χρειάζεται το ακατόρθωτο -ίσως και μερικούς γενναίους άνδρες.

εκ του συγχρόνου καφενείου